Η Ελλάδα είναι μια από τις χώρες με τη μεγαλύτερη επίπτωση νοσοκομειακών λοιμώξεων στην Ευρώπη, με τα ποσοστά να υπερβαίνουν το 12% συνολικά και να προσεγγίζουν ακόμη και το 50% σε ασθενείς που νοσηλεύονται στις ΜΕΘ ενηλίκων. Ο επιπολασμός στις Μονάδες Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών (ΜΕΝΝ) δεν έχει υπολογιστεί με ακρίβεια, ενώ σε ευρωπαϊκό επίπεδο εκτιμάται πως σχεδόν ένα στα δέκα νοσηλευόμενα νεογνά παρουσιάζει τουλάχιστον μία νοσοκομειακή λοίμωξη.

Στο πλαίσιο επιστημονικής ημερίδας που διοργάνωσε στη Θεσσαλονίκη η Ελληνική Νεογνολογική Εταιρεία, παρουσιάστηκαν στοιχεία για τις συχνότερες αιτίες μικροβιακών και ιογενών λοιμώξεων στις ΜΕΝΝ, καθώς και τα ως τώρα αποτελέσματα των παρεμβάσεων σε 8 Μονάδες της χώρας, στο πλαίσιο του εν εξελίξει πενταετούς προγράμματος GRIPP - SNF, που υλοποιείται με δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Παράλληλα, αναλύθηκαν οι δυνητικοί κίνδυνοι μακροπρόθεσμων επιπλοκών των ιογενών λοιμώξεων στη νεογνική και πρώιμη βρεφική ηλικία.

Επιδημιολογική εικόνα στις ελληνικές ΜΕΝΝ

Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, οι μικροβιαιμίες είναι ο πιο συχνός τύπος νοσοκομειακής λοίμωξης σε ΜΕΝΝ, με βασικό παράγοντα κινδύνου την χρήση κεντρικής γραμμής (Κεντρικού Φλεβικού Καθετήρα).

Το GRIPP-SNF είναι ένα πενταετές (2021-2026) πρόγραμμα καταγραφής και παρεμβάσεων με αντικείμενο να μετατρέψει δέκα από τα μεγαλύτερα δημόσια νοσοκομεία στην Ελλάδα σε κόμβους βέλτιστων πρακτικών για την Πρόληψη και τον Έλεγχο των Λοιμώξεων. Τελικός στόχος είναι, μετά την ολοκλήρωσή του, το 2026, η ενσωμάτωσή του σε όλα τα Νοσοκομεία του Εθνικού Συστήματος Υγείας, με ευθύνη του ΟΔΙΠΥ. Φορέας υλοποίησης και διαχείρισης του προγράμματος είναι το Κέντρο Κλινικής Επιδημιολογίας και Έκβασης Νοσημάτων - CLEO.

Η παιδίατρος MSc, ειδική πρόληψης λοιµώξεων CLEO, Χριστίνα - Γραμματική Τσόπελα (φωτογραφία) παρουσίασε τα ως τώρα αποτελέσματα του GRIPP-SNF στο κομμάτι που αφορά τις ΜΕΝΝ και ειδικότερα τα ποσοστά μείωσης των λοιμώξεων που οφείλονται στην κεντρική γραμμή (CLABSI).

Στις 8 ΜΕΝΝ της χώρας που συμμετείχαν στο πρόγραμμα, το συνολικό CLABSI rate (δείκτης που μετρά τον αριθμό των μικροβιαιμιών, ανά 1000 ημέρες χρήσης του καθετήρα) για την περίοδο παρακολούθησης ήταν 4,65. Καταγράφηκαν 124 περιστατικά λοίμωξης, από τα οποία 92 (περίπου 74%) σχετίζονταν με την διαχείριση της κεντρικής γραμμής, αφού συνέβησαν πάνω από 7 μέρες από την τοποθέτησή της. Απομονώθηκαν 152 παθογόνα, με τα gram-αρνητικά να επικρατούν και πιο συνηθισμένα τους σταφυλόκοκκους και την κλεμπσιέλα της πνευμονίας.

Σύμφωνα με την κ. Τσόπελα, παρατηρήθηκαν αυξομειώσεις του δείκτη ανά τμήμα. Από τη σύγκριση των περιόδων πριν και μετά τις παρεμβάσεις, προκύπτει πως 2 στα 8 τμήματα παρουσίασαν ποσοστιαία μείωση του CLABSI rate ίσο ή μεγαλύτερο του 25%, ενώ από τη μακροχρόνια αξιολόγηση 5 στα 8 παρουσίασαν μείωση μεγαλύτερη ή ίση του 25%.

"Σήμερα, υπάρχουν ΜΕΝΝ που έχουν 6 μήνες χωρίς CLABSI και άλλες που φτάνουν μέχρι και 21 μήνες χωρίς CLABSI", ανέφερε η παιδίατρος, προσθέτοντας πως σύμφωνα με μελέτες τα κύρια εμπόδια στον έλεγχο των νοσοκομειακών λοιμώξεων είναι οι περιορισμένοι πόροι (υποστελέχωση προσωπικού, περιορισμένοι χώροι νοσηλείας κλπ), η μη επαρκής γνώση στην πρόληψη και τον έλεγχο των λοιμώξεων, καθώς και η αντίσταση στην αλλαγή κουλτούρας.

Ιογενείς λοιμώξεις στις ΜΕΝΝ

Ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός (RSV), η γρίπη Α και Β, ο αδενοϊός, ο εντεροϊός και ο ρινοϊός είναι τα συχνότερα αίτια ιογενούς λοίμωξης στις ΜΕΝΝ, Σύμφωνα με την Ευγενία Μπαμπάτσεβα (φωτογραφία), παιδίατρο νεογνολόγο, επιµελήτρια Α’ ΕΣΥ στη Β’ Νεογνολογική Κλινική και ΜΕΝΝ του ΑΠΘ στο νοσοκομείο Παπαγεωργίου, ένας βασικός προβληματισμός είναι η υποδιάγνωση ή η καθυστέρηση στη διάγνωσή τους. 

Οι κυριότεροι περιβαλλοντικοί παράγοντες κινδύνου ιογενών λοιμώξεων στις ΜΕΝΝ περιλαμβάνουν την παρουσία φροντιστών και υγειονομικού προσωπικού με ενεργό ιογενή λοίμωξη, μη επαρκή ή μη λειτουργικό χωροταξικό σχεδιασμό της Μονάδας, παρατεταμένη και στενή έκθεση στους επισκέπτες, καθώς και χαμηλά ποσοστά ανοσοποίησης των εργαζομένων στο σύστημα υγείας και των φροντιστών.

Αντίστοιχα, οι παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με το ίδιο το νεογνό περιλαμβάνουν την προωρότητα, το χαμηλό βάρος γέννησης, την αιμοδυναμικά σημαντική καρδιοπάθεια, την χρόνια πνευμονοπάθεια, τις νευρολογικές διαταραχές και την ανοσοανεπάρκεια, με τα πρόωρα νεογνά να είναι ιδιαίτερα ευάλωτα λόγω ανώριμου ανοσοποιητικού.

"Η κλινική εικόνα ποικίλει από ασυμπτωματική νόσο έως σοβαρή λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού, προσβολή του κεντρικού νευρικού συστήματος και συμμετοχή από πεπτικό σύστημα", σημείωσε, προσθέτοντας πως "η νόσος μπορεί να εξελιχθεί γρήγορα και να απαιτήσει μηχανική υποστήριξη της αναπνοής, η νοσηρότητα και θνησιμότητα ποικίλλει, παραμένει όμως σε γενικές γραμμές χαμηλότερη από τις μικροβιακές λοιμώξεις".

Μακροπρόθεσμες επιπλοκές ιογενών λοιμώξεων σε νεογνά

Οι ιογενείς λοιμώξεις τόσο στη νεογνική όσο και στην πρώιμη βρεφική ηλικία είναι πιθανό να οδηγήσουν σε νευροαναπτυξιακές, αναπνευστικές και άλλου είδους διαταραχές, σημείωσε η Αικατερίνη Καφφέ, επιµελήτρια Α΄ΕΣΥ στη ΜΕΝΝ του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας και αναφέρθηκε σε ευρήματα μελετών.

Οι επιπλοκές λόγω λοιμώξεων από εντεροϊούς και παρεχοϊούς εντοπίζονται κυρίως στο νευρικό και καρδιαγγειακό σύστημα. Μελέτη σε παιδιά και νεογνά, που παρακολουθήθηκαν επί 8 έτη έδειξε τουλάχιστον διπλάσια συχνότητα ΔΕΠΥ στην ομάδα των παιδιών με παρεχοϊό σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό, ενώ άλλη μελέτη με παρακολούθηση 5ετίας έδειξε επηρεασμό της αδρής κινητικότητας

Η ηπατίτιδα είναι σαφές αίτιο οξείας ηπατικής ανεπάρκειας, αλλά δεν υπάρχει σαφής αποτύπωση στη βιβλιογραφία για το αν μεταπίπτει σε χρόνια ηπατική βλάβη. Σε ιταλική μελέτη δεν προέκυψε μόνιμη βλάβη σε παιδιά που ανέρρωσαν.

Δεν υπάρχει ισχυρή μελέτη που να δείχνει ότι η λοίμωξη από νοροϊό στη νεογνική περίοδο μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμες βλάβες, ενώ σε ό,τι αφορά τους ροταϊούς, μελέτη από την Κίνα έδειξε μια στατιστικά σημαντική αύξηση κινδύνου για νευρολογική νόσο σε σχέση με την ομάδα ελέγχου.

Σε ό,τι αφορά τους αναπνευστικούς ιούς, η επίδρασή τους στα νεογνά των Μονάδων είναι πολύπλοκη και δεν είναι εύκολο να εκτιμηθεί αν αυξάνουν το ρίσκο για βρογχοπνευμονική δυσπλασία. Η λοίμωξη με RSV μπορεί να κάνει υποτροπιάζουσες λοιμώξεις κατώτερου αναπνευστικού, ο ρινοϊός και ο μεταπνευμονοϊός στα νεογνά θεωρούνται παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση άσθματος, ενώ απαιτείται περαιτέρω έρευνα για τις μακροχρόνιες επιπτώσεις της COVID-19 λοίμωξης, με τις ως τώρα μελέτες να αναφέρουν ενδείξεις ήπιων καθυστερήσεων στους δείκτες ψυχοκινητικής ανάπτυξης.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Ι. Βαρδακαστάνης: Το αναπηρικό κίνημα συνεχίζει να αγωνίζεται και να διεκδικεί
Ενδυνάμωση των ασθενών: Καμπάνια ευαισθητοποίησης για την ενίσχυση υιοθέτησης της περιτοναϊκής κάθαρσης στην Ελλάδα
Ποιες τροφές αυξάνουν την καλή χοληστερόλη