Ιατρικό Λεξικό - Λήμματα από Σ

Βρέθηκαν 147 λήμματα

Σεξουαλική δυσλειτουργία

Ανεπαρκής ευχαρίστηση από τη σεξουαλική πράξη, ή πλήρης ανικανότητα απόλαυσης της σεξουαλικής συνεύρεσης σε οποιαδήποτε μορφή. Ενδέχεται να υπάρχουν πολλαπλά αίτια συμπεριλαμβανομένου της έλλειψ...

Σεξουαλικότητα

1. Η φυλετική κατάσταση· τα συλλογικά χαρακτηριστικά τα οποία διαφοροποιούν τα αρσενικά από τα θηλυκά άτομα. 2. Η διαγωγή και ο τρόπος ζωής ενός ατόμου σε σχέση με το σεξ· όλες οι προδιαθέσεις ο...

Σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα

Κάθε ασθένεια η οποία μεταδίδεται ως το αποτέλεσμα σεξουαλικής επαφής ή άλλης στενής επαφής με μολυσμένο άτομο. Πιο περιεκτικός όρος από τον όρο «αφροδίσια νοσήματα», τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα...

Σημείο

1. Σύμβολο ή συντομογραφία, ιδιαίτερα εκείνων που χρησιμοποιούνται στη φαρμακοποιία. 2. Κάθε αντικειμενική απόδειξη ή εκδήλωση μιας ασθένειας ή μιας σωματικής δυσλειτουργίας. Τα σημεία είναι προ...

Σημείο Homan

[John Homans, Αμερικανός χειρουργός, 1877-1954]. Πόνος στην γαστροκνημία, όταν το πόδι καμφθεί παθητικά ραχιαία. Είναι ένα αντικειμενικό εύρημα ενδεικτικό φλεβικής θρόμβωσης των εν τω βάθει φλεβών...

Σημείο Hoover

[Charles F.Hoover, Αμερικανός ιατρός, 1865-1927]. Δοκιμασία που χρησιμοποιείται σε υποψία μονόπλευρης υστερικής παράλυσης. Ο εξεταστής τοποθετεί ένα χέρι κάτω από την πτέρνα του παραλυμένου ποδός ...

Σημείο άνευ επιστροφής

Ανεπίσημος όρος που περιγράφει ένα κρίσιμο βιοχημικό γεγονός, κατά το οποίο λαμβάνουν χώρα θανατηφόρες και μη αντιστρέψιμες αλλαγές στα κύτταρα μετά από ένα ισχαιμικό τραυματισμό....

Σηπτικό σοκ

Υπόταση και ανεπαρκής ροή αίματος στα όργανα ως το αποτέλεσμα σήψης (παρουσίας παθογόνων στο αίμα). Οι πιο κοινοί οργανισμοί που προκαλούν σηπτικό σοκ είναι αρνητικά ή θετικά κατά gram βακτήρια, ...

Σήψη

Συστηματική φλεγμονώδης αντίδραση έναντι λοίμωξης κατά την οποία αναπτύσσεται πυρετός ή υποθερμία, ταχυκαρδία, ταχύπνοια, και ένδειξη ανεπαρκούς ροή αίματος στα εσωτερικά όργανα. Το σύνδρομο απο...

Σιδηροπενική αναιμία

Αναιμία η οποία οφείλεται στο ότι οι ανάγκες του οργανισμού σε σίδηρο είναι μεγαλύτερες από την αποθηκευμένη ποσότητα σιδήρου. Ο αριθμός των ερυθρών αιμοσφαιρίων μπορεί κάποιες φορές να είναι φυσιολογ...

Σίδηρος

ΣΥMΒ.: Fe. Μεταλλικό στοιχείο ευρέως διεσπαρμένο στην φύση. Ατομικό βάρος 55,847, ατομικός αριθμός 26. Τα μείγματα (οξείδια, υδροξείδια, άλατα) βρίσκονται σε δύο μορφές: σιδηρούχος, στην οποία ο...

Σιδήρωση

1. Μορφή πνευμονοκονίωσης, ως αποτέλεσμα εισπνοής σκόνης ή ατμών που περιέχουν σωματίδια σιδήρου.2. Η ανώμαλη απόθεση ή συσσώρευση σιδήρου στο αίμα ή στους σωματικούς ιστούς. siderotic, επίθ. σι...

Δείτε τα λήμματα αλφαβητικά
Συνεργασία Mendor Editions & Taber's Ιατρικό Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό