Ιατρικό Λεξικό - Λήμματα από Σ

Βρέθηκαν 147 λήμματα

Σπερματοζωάριο

Το ώριμο αρσενικό φυλετικό ή γεννητικό κύτταρο, το οποίο σχηματίζεται μέσα στα σπερματοφόρα σωληνάρια των όρχεων. Το σπερματοζωάριο έχει ευρεία, ελλειπτική, πεπλατυσμένη κεφαλή, που φέρει τον πυρ...

Σπλήνας

Σκούρο, ερυθρό, ελλειψοειδές λεμφικό όργανο στο ανώτερο αριστερό κοιλιακό τεταρτημόριο, πίσω και ελαφρώς κάτω από το στομάχι. Στην κάτω πλευρά βρίσκεται η πύλη, μια εντομή μέσω της οποίας εισέρχονται ...

Σπληνεκτομή

1. Χειρουργική αφαίρεση του σπλήνα.2. Καταστροφή του σπλήνα από τραύμα ή ασθένεια (π.χ. από έμφραξη, ως το αποτέλεσμα δρεπανοκυτταρικής αναιμίας).ΠΡΟΣΟΧΗ: Επειδή ο σπλήνας απομακρύνει εγκυστωμένα βακτ...

Σπόνδυλος

Οποιοδήποτε από τα 33 οστικά τμήματα της σπονδυλικής στήλης: 7 αυχενικοί, 12 θωρακικοί, 5 οσφυϊκοί, 5 ιεροί και 4 κοκκυγικοί σπόνδυλοι. Στους ενήλικες, οι 5 ιεροί σπόνδυλοι συνενώνονται για να ...

Σπόριο

1. Αναπαραγωγικό κύτταρο μυκήτων. Τα σπόρια ενδέχεται να παραμείνουν ληθαργικά αλλά βιώσιμα για μήνες. Το μαγείρεμα καταστρέφει τα σπόρια, αλλά τα παθογόνα σπόρια συνήθως εισπνέονται παρά καταπίν...

Σπόρος, σπέρμα

1. Η ώριμη σπερματική βλάστη σπερματοφύτων, η οποία συνήθως αποτελείται από το έμβρυο και τις αποθήκες θρεπτικού υλικού, οι οποίες βρίσκονται μέσα στο σπερματικό περίβλημα. Αποτελεί ληθαργικό σπο...

Σππογγώδης εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών

Μια προοδευτική νευρολογική νόσος των βοοειδών, που χαρακτηρίζεται από σπογγόμορφες αλλοιώσεις στον εγκέφαλο και στο νωτιαίο μυελό και σχετίζεται από ταχεία και θανατηφόρα επιδείνωση.ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ: Η...

Στατίνες

Οποιοδήποτε από τα φάρμακα της τάξης γνωστής ως αναστολείς της αναγωγάσης του 3-υδροξυ-3-μεθυλογλουταρυλο συνενζύμου Α (HMG CoA), τα οποία έχουν ισχυρές ιδιότητες ελάττωσης των λιπιδίων. Τα ονόμ...

Στέλεχος Escherichia coli O157:H7

Στέλεχος της Escherichia coli που μπορεί να προκαλέσει αιματηρή διάρροια (και άλλες πιο σοβαρές παθήσεις) ως αποτέλεσμα παραγωγής μιας πολύ ισχυρής τοξίνης. Εξάρσεις διαρροϊκών λοιμώξεων που προκαλ...

Στένωση αορτής

Ελαττωματική ροή αίματος από την αριστερή κοιλία στην αορτή εξαιτίας πάθησης της αορτικής βαλβίδας ή απόφραξης ακριβώς πάνω ή κάτω από τη βαλβίδα. H στένωση μπορεί να προκύψει συγγενώς ή δευτερο-παθώς...

Στερεά απόβλητα

Σκουπίδια, απορρίμματα ή λύματα, καθώς και οποιαδήποτε άλλα απορριφθέντα υλικά, τα οποία παράγονται από γεωργικές, κοινωνικές, βιομηχανικές, οικιακές, ιατρικές, μεταλλευτικές ή δημοτικές διεργασ...

Στερητική νόσος

Κατάσταση οφειλόμενη στην έλλειψη μιας σημαντικής ουσίας για τον μεταβολισμό στο σώμα. Η ανεπάρκεια μπορεί να οφείλεται σε ανεπαρκή πρόσληψη, πέψη, απορρόφηση ή χρήση τροφών, ανόργανων αλάτων, ...

Δείτε τα λήμματα αλφαβητικά
Συνεργασία Mendor Editions & Taber's Ιατρικό Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό