Ιατρικό Λεξικό - Λήμματα από Ο

Βρέθηκαν 88 λήμματα

Οξεία φαρυγγίτιδα

Φλεγμονή με άλγος του φάρυγγα.ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ: Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν κακουχία, πυρετό, δυσφαγία, άλγος στο φάρυγγα και δυσκαταποσία.ΘΕΡΑΠΕΙΑ Η τοπική θεραπεία περιλαμβάνει τις γαργάρες, τις παστί...

Οξεία φλεγμονή

Η πρώιμη απάντηση του ιστι-κού τραυματισμού, που χαρακτηρίζεται από εισροή λευκών αιμοσφαιρίων και φλεγμονωδών διαμεσολαβητών στους καταστραμμένους ιστούς. Το μεγαλύτερο μέρος της απάντησης πραγ...

Οξείδιο του αιθυλενίου

Μια χημική ένωση, C2H4O, η οποία στην αέρια κατάσταση χρησιμοποιείται για την αποστείρωση υλικών που δεν μπορούν να αντέξουν τη θερμότητα ή τον ατμό. Χρησιμοποιείται ακόμη και ως μέσο καπνισμού....

Οξύ απόστημα

Ένα απόστημα που σχετίζεται με σημαντική φλεγμονή, παράγοντας έντονη θερμότητα, ερυθρότητα, οίδημα και σφύζοντα πόνο. Ο ιστός πάνω από το απόστημα επαίρεται, γίνεται μαλακός και τελικά ασταθής και...

Οξύ ουρηθρικό σύνδρομο

Σύνδρομο που αφορά τις γυναίκες και χαρακτηρίζεται από οξεία δυσουρία, συχνουρία και απουσία σημαντικής βακτηριουρίας· μπορεί να υπάρχει ή όχι πυουρία· η αιτία είναι άγνωστη, αλλά είναι σημαντικό να κ...

Οξύ πνευμονικό τραύμα

Μια κλινικά βαριά, αιφνίδια ελάττωση της πνευμονικής λειτουργίας, που χαρακτηρίζεται από διηθήσεις και στα δύο πνευμονικά πεδία και σημαντική ελάττωση του κορεσμού οξυγόνου στο αρτηριακό αίμα. ...

Οξυγόνο

1. Ένα ιατρικό αέριο που χρησιμοποιείται στην αντιμετώπιση της αναιμίας, της αιμορραγίας, του ισχαιμικού σοκ, του πνευμονικού οιδήματος, της πνευμονίας, της αναπνευστικής δυσχέρειας, της αναπνευσ...

Οξύς πόνος

Πόνος τυπικά προκαλούμενος από ξαφνική κάκωση (π.χ. κάταγμα) ή ασθένεια (π.χ. οξεία λοίμωξη) και ο οποίος συνοδεύεται από φυσικά σημεία όπως αυξημένη καρδιακή συχνότητα, αυξημένη αρτηριακή πίεση,...

Οξυτενή κονδυλώματα

Τα οξυτενή κονδυλώματα προκαλούνται από τον ιό των θηλωμάτων του ανθρώπου (HPV). Στις γυναίκες, τα κονδυλώματα αυτά πιθανόν να σχετίζονται με καρκίνο του τραχήλου της μήτρας. Εκτιμάται ότι κάθε χρόνο ...

Οοτεοπενία

Μια σημαντική μείωση στο ποσό της οστικής πυκνότητας μετάλλων (BMD) που φυσιολογικά εντοπίζεται σε έναν πληθυσμό ή ομάδα. O Παγκόσμιος Oργανισμός Υγείας καθορίζει ότι όταν η BMD βρίσκεται μεταξύ...

Οπίσθιο εξάρθρημα ισχίου

Μία εξάρθρωση του ισχίου στη ραχιαία επιφάνεια των λαγόνιων ή στην ισχιακή εγκοπή. Οι περισσότερες οπίσθιες εξαρθρώσεις ισχίων συμβαίνουν, όταν το ισχίο κάμπτεται και προσάγεται και μία βίαια επιμήκης...

Οπισθοπτερνική εξόστωση

Παθολογική ανάπτυξη οστού πάνω από την κατάφυση του Αχίλλειου τένοντα στην πτέρνα. Η εκλαϊκευμένη έκφραση «εξόγκωμα από σκαρπίνι» προέρχεται από τη σχέση της κατάστασης αυτής με τα στενά παπούτσια...

Δείτε τα λήμματα αλφαβητικά
Συνεργασία Mendor Editions & Taber's Ιατρικό Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό